Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννηση του ποιητή Νικηφόρου Βρεττάκου και το ΕΚΕΒΙ αλλά και κάποιοι άλλοι φορείς όπως η Εταιρεία Συγγραφέων έχουν οργανώσει μια σειρά από εκδηλώσεις προς τιμήν του. Εκτός απ’ τις αφίσες  με στίχους στο μετρό και τα άλλα μέσα μεταφοράς πάντως, που κατά τη γνώμη μου είναι μια πολύ ωραία ιδέα, ελάχιστος κόσμος εκτός απ’ τους “συνήθεις υπόπτους” των λογοτεχνικών κύκλων θα αντιληφθεί κάτι ή θα γνωρίσει τον ποιητή έστω και λίγο. Ειδικά στην περιφέρεια, δε, αμφιβάλλω αν θα ακουστεί καθόλου. Και κάποιος πρέπει να πει επιτέλους στο ΕΚΕΒΙ και όχι μόνο πως  οι αναγνώσεις ποίησης δεν ενδιαφέρουν πια κανέναν, ούτε καν όσους αγαπούν την ποίηση και τη διαβάζουν έτσι κι αλλιώς. Δεν υπάρχει πιο βαρετό είδος εκδήλωσης από ένα πάνελ συγγραφέων ή ηθοποιών που διαβάζει ο ένας τους στίχους του άλλου ή των ποιητών που θέλουν να τιμήσουν.

Ας φτιάξουν ένα βίντεο με εικόνες απ’ τη ζωή και το έργο του. Ένα μικρό ντοκιμαντέρ με μουσική και εικόνα. Να δώσουν σε νέους ταλαντούχους ζωγράφους/εικονογράφους να εικονογραφήσουν στίχους του. Ένα κολάζ με στίχους και εικόνες. Ένα σχολικό διαγωνισμό αφίσας. Ψηφοφορία για τον καλύτερο στίχο του. Υπάρχει υλικό άλλωστε, στην ιστοσελίδα που έχουν φτιάξει για τον συγγραφέα  και σίγουρα και στην Κεντρική Βιβλιοθήκη Σπάρτης που φιλοξενεί το αρχείο του συγγραφέα.

Κάποιοι σκόρπιοι στίχοι απ’ το έργο του:

Ἒχω τρεῖς κόσμους. Μιὰ θάλασσα, ἕναν

οὐρανό κι ἕναν πράσινο κῆπο: τὰ μάτια σου.

Θὰ μποροῦσα, ἂν τοὺς διάβαινα καὶ τοὺς τρεῖς, νὰ σᾶς ἒλεγα

ποὺ φτάνει ὁ καθένας τους. Ἡ θάλασσα, ξέρω.

Ὁ οὐρανός, ὑποψιάζομαι. Γιὰ τὸν πράσινο κῆπο μου, μὴ μὲ ρωτήσετε.

Ο ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΚΗΠΟΣ

Τὸ θαῦμα τοῦ κόσμου εἶναι μιὰ πυρκαγιὰ

ποὺ πηγαίνει σὲ βάθος. Προσπαθῶ νὰ σ’ τὸ εἰπῶ

ἀλλά οἱ λέξεις μου καίγονται ὅπως τὸ χόρτο…

ΜΙΣΟΤΕΛΕΙΩΜΕΝΟ ΓΡΑΜΜΑ

Εχω ήδη αφήσει την καρδιά μου στη γη
να χτυπάει μονάχη της. (Αυτό είναι άλλωστε
η ποίηση). Να μπορούν να την έχουν
στις σάκκες τους τα παιδιά, να την μετακινούνε
οι ταξιδιώτες. Κ’ οι πικραμένοι
που ξέμειναν από ήλιο, ν’ ακούν
το φλοίσβο του μέσα της.

ΕΝΑΠΟΘΕΣΗ

(Το προσωπικό μου αγαπημένο:)

Το πνεύμα, σαν ουρανός, σαν ωκεανός, σαν θάλασσα,
λύνεται απόψε στο άπειρο χωρίς να βρίσκη αναπαμό.
Τις ζώνες γύρω του έσπασε κι’ ανατινάζεται θερμό
το πνεύμα μου σαν ουρανός, σαν ωκεανός, σαν θάλασσα.

Σαν γαλαξίας απέραντος  το σύμπαν σέρνω στο χορό.

Ήλιο τον ήλιο γκρέμισα, θόλο το θόλο χάλασα,
κι’ είμαι σα μιαν απέραντη, πλατιά γαλάζια θάλασσα,
που οι στενοί πάνω μου ουρανοί δε μου σκεπάζουν το νερό

ΜΕΤΑΡΣΙΩΣΗ

Δε θα ξανάρθω πιο κοντά σου

να μην ακούσης το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά.

ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ

Συναναστράφηκα τα έμψυχα, τα άψυχα, όλα
όσα φτάνει το χέρι, το βλέμμα, η αίσθηση
που δεν έχει όργανο στο ανθρώπινο πρόσωπο.
Τα πλησίασα όσο μπορούσε να γίνει
πιο πολύ, και τα άκουσα. Διαλογίστηκα
αν μεταφράζονται οι γλώσσες τους
και προσπάθησα. Φθόγγος προς λέξη,
όσο που τις απόδωσα τέλος, με μια
μόνο λέξη. Τις ονόμασα φως.

Η ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ